Από την εισαγωγή του, το 2021, η λειτουργία του ιδίου πόρου της ΕΕ που βασίζεται στα μη ανακυκλωμένα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών (αλλιώς «ο ίδιος πόρος που βασίζεται στα πλαστικά») δεν έχει κυλήσει ομαλά, καταλήγει έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ).
Το ΕΕΣ διαπιστώνει ότι δεν υπήρξε έγκαιρη κινητοποίηση για την παρακολούθηση και την υποστήριξη της εφαρμογής του, με τις περισσότερες χώρες της ΕΕ να είναι ανέτοιμες να αντεπεξέλθουν στην πρόκληση.
Οι ίδιοι πόροι της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελούν τις κύριες πηγές εσόδων του ενωσιακού προϋπολογισμού. Μέχρι το 2021, υπήρχαν τρεις ίδιοι πόροι: οι παραδοσιακοί ίδιοι πόροι (κυρίως από τελωνειακούς δασμούς που επιβάλλονται στις εισαγωγές στην ΕΕ), ο ίδιος πόρος που βασίζεται στον φόρο προστιθέμενης αξίας και ο ίδιος πόρος που βασίζεται στο ακαθάριστο εθνικό εισόδημα.
Η περίπτωση της Κύπρου
Η έκθεση καταγράφει αστοχίες και στην Κύπρο. Το ποσοστό ανακύκλωσης πλαστικών συσκευασίας το 2021 ήταν 42%, οριακά πάνω από τον μέσο όσο της ΕΕ (41%) και η χώρα υποεκτίμησε τη συνεισφορά της. Η πλειονότητα των κρατών μελών (22), μεταξύ των οποίων και η Κύπρος, προέβλεψε ποσότητα μικρότερη από εκείνη που υπολογίστηκε με βάση τα τελικά δεδομένα. Για εννέα κράτη μέλη, η απόκλιση από τα αριθμητικά στοιχεία των ετήσιων καταστάσεων ανερχόταν σε 25% ή και περισσότερο και σε δύο περιπτώσεις υπερέβαινε το 50%. Στην Κύπρο, η απόκλιση ήταν 27,3%. Η καθαρή συνεισφορά της Κύπρου στον ίδιο πόρο ήταν 5 εκατ. ευρώ.
Συνολικά στην ΕΕ, η πρόβλεψη για τη συνολική ποσότητα των απορριμμάτων αυτών για το 2021 ήταν κατά 1,4 δισεκατομμύρια χιλιόγραμμα μικρότερη από τις ποσότητες που αναφέρθηκαν τελικά το 2023. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ο ίδιος πόρος που βασίζεται στα πλαστικά να υποεκτιμηθεί κατά 1,1 δισεκατομμύρια ευρώ για το 2021 (σχεδόν το ένα πέμπτο των 5,9 δισεκατομμυρίων ευρώ που εισπράχθηκαν εκείνη τη χρονιά). Προκειμένου να ισοσκελιστεί ο προϋπολογισμός, το ποσό αυτό χρειάστηκε να αντισταθμιστεί με άλλους πόρους.
Πώς λειτουργεί
Πέραν της συμβολής του στην αποπληρωμή του μέσου ανάκαμψης της ΕΕ, από το οποίο και η Κύπρος επωφελείται μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, ο ίδιος πόρος της ΕΕ που βασίζεται στα πλαστικά έχει στόχο να αποτελέσει κίνητρο για μείωση της κατανάλωσης πλαστικών προϊόντων μίας χρήσης, προώθηση της ανακύκλωσης και τόνωση της κυκλικής οικονομίας.
Κάθε κράτος μέλος συνεισφέρει 0,8 ευρώ ανά χιλιόγραμμο μη ανακυκλούμενων απορριμμάτων πλαστικών συσκευασιών. Δεδομένου ότι τα σχετικά στοιχεία δεν καθίστανται διαθέσιμα παρά δύο χρόνια μετά το έτος που αφορούν, οι συνεισφορές υπολογίζονται με βάση τις προβλέψεις, οι οποίες στην πορεία αναπροσαρμόζονται. Το 2023, τα έσοδα από τον ίδιο πόρο που βασίζεται στα πλαστικά ανήλθαν σε 7,2 δισεκατομμύρια ευρώ, ή στο 4 % των συνολικών εσόδων της ΕΕ.
«Μετά από 33 χρόνια χρήσης των ίδιων και των αυτών ιδίων πόρων, το 2021 η ΕΕ εισήγαγε μία ακόμη πηγή εσόδων, η οποία βασίζεται στα μη ανακυκλωμένα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών που παράγονται στα κράτη μέλη. Ωστόσο, οι αδυναμίες στον τρόπο υπολογισμού των εν λόγω εσόδων παραμένουν πολλές», δήλωσε ο Λευτέρης Χριστοφόρου, μέλος του ΕΕΣ και αρμόδιος για τον έλεγχο.
«Καλούμε λοιπόν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να λάβει άμεσα μέτρα για την αντιμετώπισή τους και να αξιοποιήσει τα αντληθέντα διδάγματα κατά την προετοιμασία τυχόν νέων πηγών εσόδων της ΕΕ στο μέλλον», προσέθεσε.
Λήψη μέτρων διόρθωσης
Το ΕΕΣ καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να διευθετήσει την κατάσταση. Λόγω της απουσίας κατάλληλων ελέγχων, ο κίνδυνος ορισμένα απορρίμματα πλαστικών συσκευασιών να μην ανακυκλώνονται στην πραγματικότητα είναι υψηλός. Η αποτέφρωση, η απόρριψη στο φυσικό περιβάλλον ή η υγειονομική ταφή των απορριμμάτων που δηλώνονται ως ανακυκλωμένα, όχι μόνο συνιστά περιβαλλοντικό έγκλημα, αλλά οδηγεί και σε αδικαιολόγητη μείωση των ποσών που μπορούν να εισπραχθούν για τον ίδιο πόρο.
Σύμφωνα με το ΕΕΣ, τον ίδιο κίνδυνο εμφανίζουν και τα πλαστικά απορρίμματα που εξάγονται εκτός της ΕΕ, καθώς τα κράτη μέλη δεν είναι επί του παρόντος σε θέση να επαληθεύουν ότι οι συνθήκες ανακύκλωσης σε τρίτες χώρες πληρούν τις σχετικές απαιτήσεις της ΕΕ. Ως εκ τούτου, το ΕΕΣ συνιστά τη λήψη μέτρων για τον μετριασμό του κινδύνου αυτού.